Τρίτη 3 Σεπτεμβρίου 2013

Βίλα-Μάτας αυτοσαρκαζόμενος

Έχει πάντα ενδιαφέρον να μαθαίνεις πράγματα για την ανθρώπινη διάσταση των συγγραφέων , να προσπαθείς να φανταστείς το πρόσωπο και τα βιώματα που κρύβονται πίσω από τις σελίδες που διαβάζεις. "To Παρίσι δεν τελειώνει ποτέ"(εκδ.Καστανιώτης,μετάφραση Ναννά Παπανικολαόυ)  είναι η εξόχως ειρωνική και αυτοσαρκαστική καταγραφή της περιόδου λογοτεχνικής μαθητείας του Ενριίκε Βίλα-Μάτας στο Παρίσι, όταν ακολουθώντας τα χνάρια του ινδάλματός του, Έρνεστ Χέμινγουεϊ, προσπάθησε να ενταχθεί στους λογοτεχνικούς κύκλους, να ζήσει τον παλμό της  πόλης και να ολοκληρώσει το πρωτόλειο μυθιστόρημά του.

Ο Μάτας αφηγείται σε χαλαρό ύφος- υποτίθεται πως το κείμενο προορίζεται για μια διάλεξη- και χωρίζει το μυθιστόρημα σε μικρά κεφάλαια, τα οποία δεν συνδέονται πολύ σφιχτά μεταξύ τους. Η διήγηση προσωπικά με εξέπληξε, διότι απλούστατα τα χρόνια της μαθητείας του Μάτας δεν κρύβουν καμία ιδιαίτερη γοητεία ,ούτε αρκούν για να δημιουργήσουν έναν μύθο γύρω από τη γαλούχησή του ως συγγραφέα. Ο Μάτας  αντιμετωπίζει με ιδιαίτερο χιούμορ τις ανασφάλειες του νεαρού εαυτού του, τις εμμονές του, τις πάμπολλες δυσκολίες που αντιμετώπισε και δε διστάζει να παραδεχθεί πως ,σε αντίθεση με τον Χέμινγουεϊ που έζησε στο Παρίσι "πολύ φτωχός αλλά πολύ ευτυχής", ο ίδιος  υπήρξε "πολύ φτωχός αλλά και πολύ δυστυχής".

Το μυθιστόρημα είναι πραγματικά διασκεδαστικό σε διάφορα σημεία του, καθώς τα περιστατικά που καταγράφει το Μάτας είναι χαρακτηριστικά της αφέλειας ενός νεαρού που προσπαθεί να καταξιωθεί ως καλλιτέχνης. Διαβάζουμε λοιπόν για την προσπάθεια του Μάτας να θυμίζει  διανοούμενο κυκλοφορώντας στα καλλιτεχνικά στέκια με γυαλιά και πίπα, την πεποίθησή του πως πρέπει διαρκώς να φαίνεται μελαγχολικός και απελπισμένος προκειμένου να αποκτήσει το προφίλ συγγραφέα, την μανία του να υπενθυμίζει σε όλους πως μοιάζει εξωτερικά με τον Χέμινγουεϊ, την αγωνιώδη προσπάθειά του να συλλέξει φράσεις για τους διαλόγους του έργου του, σημειώνοντας σε ένα μπλοκάκι ό,τι ενδιαφέρον άκουγε σε συζητήσεις.Κορυφαία στιγμή του μυθιστορήματος δεν είναι άλλη από την παράθεση της αλληλογραφίας με τον πατέρα του, τον οποίο προσπαθούσε να πείσει πως πρέπει να εξακολουθήσει να τον υποστηρίζει οικονομικά:

"Αγαπητέ πατέρα: έχω φτάσει στην ηλικία που οι αρετές του ανθρώπου βρίσκονται στο ύψιστο σημείο τους και η εξυπνάδα φτάνει τη μέγιστη δύναμη και ικανότητά της. Είναι επομένως η ώρα να υλοποιήσω το λογοτεχνικό μου έργο.Για να το υλοποιήσω χρειάζομαι ηρεμία και όχι περισπασμούς, να μην αναγκάζομαι να ζητάω λεφτά από τη Μαργκερίτ Ντυράς, ούτε να ασχολούμαι συνέχεια με το να προσπαθώ να σε πείσω  ότι αξίζει τον κόπο να χρηματοδοτείς  τη συγγραφή ενός μυθιστορήματος που μακροπρόθεσμα , όταν θα το τελειώσω και θα το εκδώσω και θα εισπράξω το χειροκρότημα του πλήθους , θα σε γεμίσει πατρική περηφάνια και μεγάλη ικανοποίηση που ήξερες να είσαι  γενναιόδωρος μαζί μου.

Αγαπητέ μου γιε: Έχω φτάσει στην ηλικία όπου ο άνθρωπος  αναγκάζεται να διαπιστώσει πως ο γιος του εξελίχθηκε σε ηλίθιο.Σου δίνω τρεις μήνες καιρό  για να τελειώσεις το αριστούργημά σου.Αλήθεια, ποια είναι η Μαργκερίτ Ντυράς;"

Ένα άλλο ενδιαφέρον σημείο του βιβλίου είναι οι αμέτρητες λογοτεχνικές αναφορές του. Ο Μάτας γενικά συνηθίζει να παραπέμπει σε άλλους συγγραφείς. Έτσι και εδώ  αναφέρεται στα αναγνώσματα της νιότης του από την ισπανική γενιά του ΄27 (Λόρκα, Θερνούδα) και τους Μαλαρμέ, Ρεμπώ, Λοτρεαμόν μέχρι τον Χέμινγουεϊ, αποσπάσματα από το βιβλίο του οποίου "Κινητή γιορτή" συναντά κανείς πολλές φορές. Εξάλλου  ο Μάτας παραθέτει πολλές από τις υποδείξεις των διάφορων φίλων και δασκάλων του που προσπάθησαν να τον βοηθήσουν στα πρώτα του βήματα. "Το Παρίσι δεν τελειώνει ποτέ" είναι ένα ευχάριστο ανάγνωσμα που μπορεί να βρίσκεται στο κομοδίνο για τα λίγα λεπτά πριν τον ύπνο και να διαβαστεί παράλληλα με ένα πιο δύσπεπτο έργο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου